Νοέμβριος του 2024.. Ψάχνοντας στ' αποκαΐδια. Όχι τόσο μακριά, όχι τόσο κοντά. Τί θα μας έχει μείνει από αυτήν την περιπέτεια;
Τί μπορούμε να κερδίσουμε; Αν δεν έχεις τίποτα, δεν έχεις τίποτα και να χάσεις.
Συνήθως, οι περίοδοι αστάθειας είναι ευκαιρίες για κοινωνική κινητικότητα ή τουλάχιστον για μια αναδιαπραγμάτευση των στόχων και των ορίων μας.
Τί μπορεί να μας κάνει λίγο πιο συνειδητοποιημένους;
Ίσως το να μη περιχαρακώνουμε τα όνειρα μας σε συρματοπλέγματα, να μην επιτρέπουμε τα άκρα μας να αναπτύσσονται σε καλούπια που πρόκειται να συντριβούν σε χίλια κομμάτια.
Να μην υπολογίζουμε σε σταθερές, οι οποίες θα μας οδηγούν πλέον σε λανθασμένα αποτελέσματα. Μήπως έχει αρχίζει ήδη η πυξίδα μας να δείχνει κι άλλα σημεία εκτός του Βορρά;
Είναι μια μικροαστή οικογένεια, που ζεί κάπου στην Ελλάδα.
Ο πατέρας επιθυμεί για τις δυο κόρες του τον διορισμό τους σε τομείς του ευρύτερου δημοσίου, απλά μέχρι να έρθει εκείνη η άγια στιγμή, αναγκάζεται να τις βλέπει να ψευτοδουλεύουν σε ταμεία σούπερ μάρκετ και εταιρείες δημοσκοπήσεων.
Δεν του αρέσει, αλλά το ανέχεται μέχρι να κανονιστεί ο πολυπόθητος διορισμός.
Οι ίδιες οι κόρες του, έχοντας ήδη γνωρίσει την άσχημη πλευρά του ιδιωτικού τομέα, σιωπηλά αλλά ανυπόμονα υπομένουν τις άσχημες μέρες μέχρι να βάλουν χέρι κι αυτές στις παχιές αγελάδες του δημοσίου.
Όμως μια μέρα η τηλεόραση λέει κάτι που δεν αρέσει σε κανέναν μέσα στο σπίτι και κάνει το κλασικό άσπρο σεμεδάκι να κιτρινίσει πάραυτα.
Ότι κάποιοι άρμεξαν την αγελάδα τόσο πολύ, τόσο άτσαλα και επίμονα, που της έμειναν μόνο τα κόκκαλα.
Και τα καημένα τα κορίτσια θα χρειαστεί να περιμένουν πολύ περισσότερο απ' ότι υπολόγιζαν, για να δουν μια άσπρη μέρα.